Ένα καράβι που το λένε ελευθερία: Αϊτη – Ελλάδα 1821 – 2021 || Ειρήνη Λεοντακιανάκου

Τι δεσμούς μπορεί να έχουν δύο μικρά κράτη, που τα χωρίζουν θάλασσες και ωκεανοί;  Πώς οι αγώνες των Ελλήνων για ανεξαρτησία συνδέονται με αυτούς των Αϊτινών για απελευθέρωση από τους αποικιοκράτες; Με αφορμή τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, ήρθε ξανά στο φως μια παλιά ιστορία, που δεν μάθαμε ποτέ στο σχολείο: η Αϊτή ήταν η πρώτη χώρα, η οποία αναγνώρισε το ελληνικό κράτος, που δημιουργήθηκε από τον αγώνα για την απελευθέρωση από τους Τούρκους, και μάλιστα είχε σκοπό να βοηθήσει εμπράκτως στον αγώνα αυτόν. Στην απαντητική επιστολή που στέλνει ο πρώτος πρόεδρος της Αϊτής, ο μιγάς  Ζαν Πιερ Μπουαγέ, στην έκκληση του Αδαμάντιου Κοραή για βοήθεια, μαθαίνουμε πως 100 Αϊτινοί επρόκειτο να σαλπάρουν για να βοηθήσουν τους Έλληνες, μεταφέροντας και 45 τόνους καφέ, ώστε να πουληθούν και, με τα χρήματα, να αγοραστούν όπλα και πολεμοφόδια. Κανείς από τους εθελοντές και μάλλον ούτε κόκκος από το πολύτιμο φορτίο δεν έφτασε στην Ελλάδα.

Η έκθεση «Αϊτή-Ελλάδα 1821-2021, ταξίδι προς την Ελευθερία, respect», με πρωτοβουλία της εικαστικού Λήδας Παπακωνσταντίνου, σε συνεργασία με το Τμήμα Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων (ΤΜΣΠΣ) του Πανεπιστημίου Αιγαίου, υπό την εποπτεία της αναπληρώτριας καθηγήτριας Φλωρεντίας Οικονομίδου, καθώς και με το Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών Τεχνών (ΤΠΨΤ) του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, υπό την εποπτεία της αναπληρώτριας καθηγήτριας Μαρίνας Κοτζαμάνη, εστιάζει σε αυτήν την σχεδόν άγνωστη ιστορία, φωτίζοντας μια εναλλακτική, ανατρεπτική όψη σε σχέση με τα καθιερωμένα πατριωτικά αφηγήματα της Ελληνικής Επανάστασης.

Στα έργα του ΤΜΣΠΣ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, τόσο στις ψηφιακές εκτυπώσεις όσο και στο βίντεο animation, εντυπωσιάζει η ποικιλία των εικαστικών μέσων και ο συγκερασμός ακόμη και ετερόκλιτων στοιχείων. Η θεματική εστιάζει πολύ συχνά στο ταξίδι με το καράβι, το καράβι που βυθίζεται, τους κόκκους καφέ που αποκτούν ενίοτε μνημειακές διαστάσεις – άλλοτε μεταμορφώνονται σε βουνό και άλλοτε σε καταιγίδα, όπως στο «Για την Ελευθερία» της Μαρίας Οικονόμου Παριανού. Την πρώτη ύλη συγκροτούν αρχειακά έγγραφα (όπως η επιστολή του Μπουαγέ), ναυτικοί χάρτες, σημαίες, γραμματόσημα, εικόνες σκλάβων της εποχής, πίνακες της Ελληνικής Επανάστασης, όπως στο έργο του Θανάση Μάγγου ή πολύχρωμα κοσμήματα και υφάσματα, που ντύνουν μια κοπέλα από την Αϊτή στο «Ενθύμια από το Μέλλον» της Γεωργίας Ψαθά. Η ανατροπή της κλίμακας χρησιμοποιείται συχνά: τεράστιοι κόκκοι καφέ διαμορφώνουν το τοπίο, βουνό ή ύφαλο, πάνω στο οποίο προσκρούει το καράβι, όπως στο «Αταξίδευτο μικρό Καράβι» της Δήμητρας Αργυροπούλου, ενώ ένα μνημειακό γραμματόσημο γίνεται φόντο στους «Αϊτινούς» της Χρύσας Μπερζιγιαννίδου. Η αισθητική διαφέρει πράγματι πολύ. Άλλα έργα παραπέμπουν σε κλασικά εικονογραφημένα, κόμικς, παλαιότερα ή και σύγχρονα, παιδικά παραμύθια, άλλοτε ενσωματώνουν χαρακτηριστικά της λατρευτικής εικόνας, ενώ συχνά διέπονται από μία ποπ διάθεση.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φοιτητές υιοθετούν μία καθαρά βιωματική προσέγγιση, καθώς γίνονται οι ίδιοι ήρωες των δρώμενων. Επιπλέον, η μορφή και το ύφος μιας σύγχρονης θρησκευτικής λατρευτικής εικόνας υπονοούνται πολλαπλώς σε αρκετά έργα. Στο «Μικρό καράβι που ταξίδεψε» της Φλωρεντίας Οικονομίδου όλα παραπέμπουν σε μια σύγχρονη εκδοχή της θρησκευτικής εικόνας: το φωτεινό φόντο, το καράβι που αρμενίζει ανακαλώντας σκηνές από θαύματα του Αγίου Νικολάου. Πρόκειται προφανώς για το ταξίδι της παρούσας έκθεσης, καθώς αναγνωρίζουμε τη Λήδα να οδηγεί το καράβι, με τους φοιτητές μας ως μαύρες φιγούρες και την ίδια τη Φλωρεντία δεμένη στο κατάρτι, μία θηλυκή εκδοχή του Οδυσσέα ή μία μάρτυρα της Χριστιανοσύνης. Πάνω στη φιγούρα της διαβάζουμε: Fluxus me no more. Ο ίδιος συνδυασμός βιωματικής προσέγγισης και θρησκευτικής εικόνας απαντάται και στον «Επικηρυγμένο» του Αλέξανδρου Παπαδιονυσίου – σε μονοχρωμία και τόνους που θυμίζουν χρυσό, παρατηρούμε ολόσωμη τη φιγούρα του ως πειρατή, ενώ τη θέση των πλευρικών παραστάσεων καταλαμβάνει η πρώτη επικήρυξη στην Καραϊβική ενάντια στην πειρατεία. Πειρατή θυμίζει και η αυτοπροσωπογραφία-φωτογραφία της Εύας Χατζηχριστοφή στο «Captain of the Caribbean», λόγω του καπέλου που φοράει στο κεφάλι της, φτιαγμένου από πλαστικές κούπες καφέ και ευτελή υλικά. Από την άλλη, στα ιδιαίτερα εντυπωσιακά πρόσωπα που κοιτάνε ανέκφραστα στην «Αναμονή» της Ευανθίας Γκαντούνα, παρόλο που πρόκειται για φωτογραφίες, θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε τον υπερβατικό χαρακτήρα των αγίων που συναντούμε στις θρησκευτικές εικόνες.

Τα έργα παραπέμπουν συχνά σε «κλασικά εικονογραφημένα» και κόμικς κι έτσι αποκτούν λαλιά και γίνονται περισσότερο προσιτοί οι ήρωες του 1821, όπως συμβαίνει στα: «Για να πίνετε ελεύθερα τον καφέ σας» του Χαράλαμπου Τόλιου και «Οι εικόνες διηγούνται» του Ευάγγελου Γιαξίδη. Στο ίδιο πνεύμα, οι ίδιοι ήρωες αναρωτιούνται με σαρκασμό, στο «Εν έτει 1821» του Αλέξανδρου Μαραθανιάκη Σακερέλλου: «Κόκαλα έχει αυτός ο καφές;». Από την άλλη, τη δική τους εκδοχή της ιστορίας αφηγούνται, μέσα από ασπρόμαυρα κόμικς σύγχρονης αισθητικής, τα εξαιρετικής δεξιοτεχνίας: «Προς την Επανάσταση» του Ιωάννη Τζαννή και «Ταξίδι προς την Ελευθερία» της Ύριδας Κοβάτσεβιτς. Πολύ διαφορετικό, το «Toy theater» του Αριστοτέλη Ηλιόγλου θυμίζει σκηνικό παιδικού θεατρικού έργου του 19ου αιώνα.

Η αντιπαραβολή και η συσχέτιση των δύο χωρών είναι διαρκώς παρούσες. Ο Μπουαγέ συσχετίζεται συχνά με τους πρωταγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης, βρίσκουμε όμως και σύγχρονα πορτρέτα, καθώς και σκηνές από την επανάσταση στις δύο χώρες, όπως στην «Πρώτη συμπαράσταση» του Γιάννη Γεωργιλά. Στο «Liberté, Égalité, Fraternité» της Ελένης Μερτζάνη, σε ύφος αφηρημένου εξπρεσιονισμού, οι δύο σημαίες σαν να πλησιάζουν η μία την άλλη και γίνονται ένα. Στους «Συντρόφους» του Νεκτάριου Γρηγορίου δύο νέοι -προφανώς από την Ελλάδα και την Αϊτή- στέκονται με περηφάνια ο ένας απέναντι στον άλλο, φορώντας ρούχα διακοσμημένα με εμβλήματα και εικόνες, που σχετίζονται με την ιστορία της χώρας τους. Στο «Τhe story of the helping hand» της Κυριακής Κυριακίδου, που θυμίζει μεσαιωνικό χειρόγραφο και φέρνει την ανάμνηση του πολύ γνωστού «Très belles heures de Notre-Dame του δούκα Jean de Berry», οι ρομαντικές φιγούρες δύο νεαρών γυναικών, προφανώς οι προσωποποιήσεις της Αϊτής και της Ελλάδας, δίνουν τα χέρια.

Επισημαίνουμε, επίσης, αναφορές στο σήμερα και μάλιστα στη δύσκολη πραγματικότητα της Αϊτής. Στο «Σημεία και Τέρατα για μία Επανάσταση» της Λίνας Ξυγωνάκη διακρίνονται και φωτογραφίες μορφών από σύγχρονη διαδήλωση στην Αϊτή, ενώ στην «Υπόσχεση» του Γιώργου Χατζηγεωργίου το μοτίβο του συρματοπλέγματος ξεπροβάλλει πάνω σε φόντο με τα χρώματα της σημαίας της χώρας. Παρατηρούμε, λοιπόν, μια γενική τάση οικειοποίησης, η οποία πραγματώνεται είτε με μια καθαρά βιωματική ερμηνεία είτε με την αναπαράσταση προσώπων της εποχής μας ή με ξεκάθαρες αναφορές στην κοινωνικο-πολιτική κατάσταση σήμερα είτε με σύγχρονα καλλιτεχνικά μέσα, όπως το κόμικ και η νεο-ποπ αισθητική.

Τα ίδια περίπου βλέπουμε και στο video animation «Ήταν ένα μικρό καράβι», φτιαγμένο από ψηφιακά έργα των φοιτητών. Βασικό θέμα, εδώ, καράβια, πάσης φύσης και είδους, που αρμενίζουν και βυθίζονται. Πρόσωπα, ο Ζαν Πιερ Μπουαγέ, ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά και πρόσωπα σύγχρονα, της λευκής και μαύρης φυλής, αναβιώνουν την ιστορία φέρνοντάς την στο σήμερα. Υποβόσκει και εδώ ένα παιχνίδι με το περιεχόμενο και τη δομή της θρησκευτικής εικόνας, σε μια σύγχρονη κινούμενη εκδοχή της, αντιστρέφοντας μάλιστα τη λογική της δομής της, αφού συχνά στο κέντρο τοποθετείται η αφηγηματική σκηνή, το ταξίδι, και πλευρικά, γύρω γύρω, πρόσωπα που κοιτούν κατάματα τον θεατή. Τα πρόσωπα αυτά της λευκής και μαύρης φυλής, του χθες και του σήμερα, συχνά φωτογραφίες, αλλά και σκίτσα, που εναλλάσσονται γρήγορα, είναι σαν να εικονογραφούν τη δύναμη της ενότητας, την οποία διαλαλεί το μότο της αϊτινής σημαίας. Τα διαφορετικά στυλ διαδέχονται ταχύτατα το ένα το άλλο, καθώς τα παιδικά κινούμενα σχέδια μεταμορφώνονται σε κουκλοθέατρο, κόμικ σε κίνηση, θέατρο σκιών κ.ο.κ. Άλλοτε κυριαρχεί η ποπ αισθητική ή η φωτορεαλιστική απεικόνιση και άλλοτε το φως υποβάλλει μια νοσταλγική χροιά του παρελθόντος.